Παρασκευή, Δεκεμβρίου 30, 2016
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 29, 2016
οι καλύτερες σειρες του 2016
Αν κάτι είχε καλό το 2016, αυτό είναι οι τηλεοπτικές σειρές. Καινούριες και παλιές. Αμερικάνικες και ευρωπαικές. Οι τρεις πρώτες είναι αριστουργήματα. Οι υπόλοιπες εξαιρετικές.
The Night Of
Goliath
Trapped
Black Mirror
The Girlfriend Experience
Better Call Saul
Stranger Things
River
Happy Valley
The Five
Berlin Station
Ray Donovan
Goliath
The Fall
Banshee
Vinyl
Wayward Pines
Rillington Place
The Tunnel
Ripper Street
The Night Of
Goliath
Trapped
Black Mirror
The Girlfriend Experience
Better Call Saul
Stranger Things
River
Happy Valley
The Five
Berlin Station
Ray Donovan
Goliath
The Fall
Banshee
Vinyl
Wayward Pines
Rillington Place
The Tunnel
Ripper Street
Τετάρτη, Δεκεμβρίου 28, 2016
Τρίτη, Δεκεμβρίου 27, 2016
25 χρόνια από την υποστολή της κόκκινης σημαίας με το σφυροδρέπανο και το αστέρι από το Κρεμλίνο.
Οι ευχές και οι ελπίδες εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη για τη νέα χρονιά βρίσκονται στο δυνάμωμα μιας αντικαπιταλιστικής αριστεράς, απαλλαγμένης από την ηττοπάθεια και τα λάθη του παρελθόντος, που θα δώσει μια διαφορετική προοπτική στο παγκόσμιο αντικαπιταλιστικό κίνημα, την προοπτική του σοσιαλισμού, χωρίς τη φρίκη του πολέμου και της φτώχειας. Το κίνημα έχει ανάγκη να ξεκαθαρίσει ότι αυτή η προοπτική δεν έχει τίποτα να κάνει με τα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» που θεωρούνταν από τα επίσημα κόμματα της αριστεράς το αντίπαλο δέος απέναντι στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό.
Εχουν περάσει 25 χρόνια από τότε που κατέρρευσαν τα καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης και η ΕΣΣΔ, κι όμως, πολύ λίγα πράγματα έχουν γραφτεί που θα μπορούσαν να φωτίσουν τις απορίες γύρω από την κατάρρευση των σταλινικών καθεστώτων.
Οι απολογητές του καπιταλισμού έχουν κάθε λόγο να αποφεύγουν μια τέτοια συζήτηση. Τους αρκεί το απλοϊκό σχήμα ότι ο καπιταλισμός είναι ανώτερο σύστημα και ότι οι καταρρεύσεις του 1989 -91 απλά επιβεβαίωσαν αυτή την ανωτερότητα.
Σήμερα όμως αυτή η χοντροκομμένη προπαγάνδα έχει χάσει την όποια αίγλη είχε κερδίσει στη δεκαετία του ‘90. Ανοίγει η δυνατότητα για την Αριστερά να προβάλει τις δικές της απαντήσεις.
Για μια τέτοια προσπάθεια το βιβλίο του Τόνι Κλιφ παραμένει πολύτιμο. Παρόλο που κοντεύουν 70 χρόνια από τότε που γράφτηκε, διατηρεί την αξία του σα συμβολή σ’ αυτή τη συζήτηση σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα.
Ο Κλιφ κόντρα στις επίσημες θεωρίες πρωτοέγραψε το βιβλίο το 1948 με στόχο να αποδείξει μέσα από μια ολοκληρωμένη μαρξιστική ανάλυση, ότι τα σταλινικά καθεστώτα δεν έχουν καμία σχέση με τον σοσιαλισμό, ότι δεν ήταν η συνέχεια αλλά η ανατροπή της Ρώσικης Επανάστασης. Ηταν μια περίοδο που η μεγάλη οικονομική ανάπτυξη των καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης αλλά και η στρατιωτική νίκη της ΕΣΣΔ απέναντι στη Γερμανία του Χίτλερ, οδήγησε στην ιδεολογική υπεράσπισή τους τόσο από τα επίσημα ΚΚ όσο και από χιλιάδες αγωνιστές σε όλο τον πλανήτη που πάλεψαν ενάντια στην φασιστική και καπιταλιστική βαρβαρότητα. Ακόμα και οι διάφορες μικρές τροτσκιστικές οργανώσεις εκείνης της περιόδου θεωρούσαν ότι η Ρωσία εξακολουθεί να είναι εργατικό κράτος αλλά με μια «εκφυλισμένη μορφή».
Ο Κλιφ διαφώνησε με αυτές τις απόψεις. Οπλα του στην διαμόρφωση της θεωρίας του κρατικού καπιταλισμού ήταν καταρχήν η ανάλυση του Τρότσκι που είχε διαμορφώσει από τη δεκαετία του ’30 και η σύγκριση ανάμεσα στις πρώτες αποφάσεις του εργατικού κράτους μετά τη νίκη της Ρώσικης Επανάστασης και τη μορφή του καθεστώτος από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 και μετά, καθώς και η επεξεργασία της φύσης του καθεστώτος με βάση τη μαρξιστική θεωρία.
Το πρώτο πράγμα που είδε ο Κλιφ μέσα από αυτή τη σύγκριση ήταν ότι το 1928-29 ξεκίνησε στη Ρωσία η πλήρης ανατροπή ακόμα και των τελευταίων υπολειμμάτων των κατακτήσεων της επανάστασης. Βασικό κριτήριο για τον Κλιφ ήταν το ποιος έχει τον έλεγχο της οικονομίας, δηλαδή των εργοστασίων. Αμέσως μετά την επανάσταση του 1917 η διαχείριση των εργοστασίων ανατέθηκε στα συνδικάτα. Αυτό το ρόλο έπαιζε η “τρόικα” που αποτελούνταν από τους εκπροσώπους των Μπολσεβίκων, τις εργοστασιακές επιτροπές και τον τεχνικό διευθυντή. Αυτός ο θεσμός θάφτηκε επίσημα το 1937. Το κάθε εργοστάσιο διοικούνταν από έναν διευθυντή που ήταν εξουσιοδοτημένος να παίρνει μόνος του τις αποφάσεις.
Οι διευθυντές των εργοστασίων, οι στρατιωτικοί, τα ανώτερα κομματικά στελέχη αναδείχθηκαν σε μια νέα άρχουσα τάξη. Εκτός από την κατάργηση κάθε έννοιας δημοκρατίας η γραφειοκρατία έβαλε την οικονομία να κινηθεί σε τελείως διαφορετικές ράγες, προχώρησε στην υποταγή της κατανάλωσης στη συσσώρευση και της βιομηχανίας στις πολεμικές ανάγκες. Εγκαταλείποντας την ιδέα της εξάπλωσης της επανάστασης η σταλινική γραφειοκρατία έβαλε σαν στόχο την εγκαθίδρυση του «σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα».
Αυτό σήμαινε την κατάργηση κάθε δημοκρατικού δικαιώματος στο χώρο εργασίας και την μεγάλη εντατικοποίηση. Οι μισθοί των εργατών μειώθηκαν, ενώ το 1934 έπαψε να υπάρχει ο θεσμός των συλλογικών συμβάσεων οι οποίες υπαγορεύονταν με διατάγματα. Το καθεστώς άρχισε να ενθαρρύνει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στην εργατική τάξη χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της δουλειάς με το κομμάτι. Το 1932 το 68% των εργατών πληρώνονταν με το κομμάτι. Εφαρμόστηκε ένα σύστημα εντατικοποίησης της εργασίας με την καθιέρωση της νόρμας, που ήταν ο μέσος όρος παραγωγής των εργατών. Οποιος εργάτης κατάφερνε να ξεπεράσει τη νόρμα κατά 50% τότε ο μισθός του έφτανε μέχρι και 200% πιο πάνω. Το κράτος ανεβάζοντας συνέχεια τη νόρμα παραγωγής είχε τη δυνατότητα να συμπιέζει με αυτό τον τρόπο το βιοτικό επίπεδο των εργατών. Το 1935 καθιερώθηκε η εκστρατεία υπέρ του σταχανοβισμού, όπου η νόρμα καθορίζονταν από τον συμψηφισμό του μέσου όρου των σταχανοβιτών (των πιο παραγωγικών εργατών) με τον αντίστοιχο μέσο όρο όλων των εργατών.
Οι συνθήκες εργασίας έγιναν ασύγκριτα σκληρότερες για την εργατική τάξη απ' ότι την περίοδο της επανάστασης. Απαγορεύτηκε η αλλαγή τόπου δουλειάς, η απουσία από την εργασία τιμωρούνταν με απόλυση και τις περισσότερες φορές με έξωση από το σπίτι αν αυτό συνδέονταν με τον τόπο δουλειάς, ενώ απαγορεύτηκαν οι απεργίες και όσοι απεργούσαν απειλούνταν με την ποινή του θανάτου ή με 20 χρόνια κάθειρξη.
Καθιερώθηκε η καταναγκαστική εργασία. Υπολογίζεται ότι το 1942 έφτασαν από 8-εώς 15 εκατομμύρια οι άνθρωποι που βρίσκονταν στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας.
Εκτός από την εντατικοποίηση της εργασίας της εργατικής τάξης, στην ύπαιθρο ο Στάλιν εφάρμοσε το πρόγραμμα της αναγκαστικής κολεκτιβοποίησης. Εκατομμύρια αγρότες αναγκάστηκαν με τη βία να εγκαταλείψουν τη γη τους και να εργαστούν σαν εργάτες στις πόλεις και οι υπόλοιποι να οδηγηθούν στα κολχόζ, όπου αναγκάστηκαν να εργάζονται κάτω από σκληρές συνθήκες. "Ανάμεσα στο 1928 -1936, ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας τριπλασιάστηκε, οι μισθοί μειώθηκαν ουσιαστικά περισσότερο από 50%" αναφέρει ο Κλιφ. Αυτό βέβαια δεν ίσχυε για τους διευθυντές των εργοστασίων, για τους κυβερνητικούς αξιωματούχους που απολάμβαναν τελείως διαφορετικά προνόμια. "Ενα χαρακτηριστικό σημάδι των τρομερών εισοδηματικών διαφορών στη Ρωσία είναι η φορολογική κλίμακα. Στη φορολογική κατάσταση της 4ης Απρίλη του 1940 η ψαλίδα των εισοδημάτων που αναφέρονταν άρχιζε από το 1.800 ρούβλια το χρόνο και έφτανε μέχρι πάνω από 300.000".
Αυτή η διαδικασία δεν έγινε «φυσιολογικά» αλλά βίαια. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που αναφέρει ο Κλιφ ότι από τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου του Μπολσεβίκικου Κόμματος που συγκροτήθηκε μετά την επανάσταση και σε όλη τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, μόνο ο Λένιν και ο Στάλιν πέθαναν από φυσικό θάνατο. Αλλοι εκτελέστηκαν αφού πρώτα πέρασαν από δίκες, ο Τρότσκι δολοφονήθηκε από πράκτορα της Γκε-Πε-Ου και άλλοι αυτοκτόνησαν ή πέθαναν στις φυλακές.
Ο Κλιφ θέτει το εξής ερώτημα: "Από σοσιαλιστική άποψη, πάντως, το αποφασιστικό κριτήριο δεν είναι η αύξηση της παραγωγής, καθ' αυτή, αλλά οι κοινωνικές σχέσεις που συνοδεύουν αυτή την τρομακτική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Συνοδεύεται ή όχι (αυτή η ανάπτυξη) από μια καλυτέρευση της οικονομικής θέσης των εργατών, αυξάνει ή όχι η πολιτική τους δύναμη, ενισχύει ή όχι τη δημοκρατία, μειώνει ή όχι την οικονομική και κοινωνική ανισότητα, και τέλος περιορίζει ή όχι την κρατική καταπίεση; Αυτά είναι τα βασικά σοσιαλιστικά κριτήρια για την οικονομική ανάπτυξη.
Η βιομηχανική ανάπτυξη είναι σχεδιασμένη και αν ναι, από ποιον και για το συμφέρον ποιών;" Ετσι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο χαρακτήρας των σταλινικών καθεστώτων ήταν ταξικός, ήταν κοινωνίες εκμεταλλευτικές. Το ρόλο της άρχουσας τάξης έπαιζε η κρατική γραφειοκρατία που είχε στην κατοχή της τα μέσα παραγωγής και κέρδιζε μέσα από την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης με τον ίδιο τρόπο όπως και στη Δύση η άρχουσα τάξη εκμεταλλευόταν την εργατική τάξη. Στη θέση της εργατικής δημοκρατίας που έβαζαν σαν στόχο οι Μπολσεβίκοι του Λένιν, μπήκε η υποταγή των εργατών στους στόχους για οικονομική ανάπτυξη της Ρωσίας και ο ανταγωνισμός με τις καπιταλιστικές οικονομίες της Δύσης.
Στόχος της γραφειοκρατίας του Στάλιν ήταν «να φτάσει και να ξεπεράσει» τους δυτικούς ανταγωνιστές της μέσα σε λίγα χρόνια. Αυτό χρειάστηκε τους γρήγορους ρυθμούς συσσώρευσης και εκβιομηχάνισης, την πλήρη υποταγή της λαϊκής κατανάλωσης στο βωμό της βαρειάς βιομηχανίας. Αυτό το στόχο είχαν τα πεντάχρονα πλάνα. Ηταν ή ίδια διαδικασία που ο Μαρξ την ονόμασε "πρωταρχική συσσώρευση". Η διαφορά λέει ο Κλιφ είναι ότι αυτή η περίοδος κράτησε στην Αγγλία 200 χρόνια και στην Ρωσία συμπιέστηκε μέσα σε μια 20ετία. «Οπως ο καπιταλισμός στα πρώτα του βήματα μεταχειρίστηκε με απάνθρωπη κτηνωδία τους εργάτες, το ίδιο έκανε και η ρώσικη γραφειοκρατία εφαρμόζοντας την μεγαλύτερη δυνατή αποτελεσματικότητα στην καταπίεσή της».
Προχωρώντας ο Κλιφ είδε ότι ο κρατικός καπιταλισμός υπόκειται στις ίδιες αντιφάσεις που περιέγραψε ο Μαρξ τον 19ο αιώνα. Ο κρατικός καπιταλισμός στη Ρωσία πέρασε από την περίοδο της ανάπτυξης στην περίοδο της βαθιάς κρίσης.
«Οι σταλινικές αποφάσεις παίρνονται με βάση παράγοντες που βρίσκονται έξω από κάθε δικό τους έλεγχο και συγκεκριμένα την παγκόσμια οικονομία και τον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Απ’ αυτή την άποψη, το ρώσικο κράτος βρίσκεται στην ίδια θέση με τον ιδιοκτήτη μιας καπιταλιστικής επιχείρησης που ανταγωνίζεται τις άλλες επιχειρήσεις». Η ρώσικη άρχουσα τάξη για να μπορέσει να επικρατήσει στον παγκόσμιο ανταγωνισμό αναγκάστηκε να σπαταλήσει τεράστια ποσά στους πολεμικούς εξοπλισμούς. Όμως αυτές οι οικονομικές επιλογές είχαν όρια. Σιγά σιγά η Ρωσία άρχισε να μένει πίσω στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Αυτό έσπρωξε κομμάτια της άρχουσας τάξης να ξεκινήσουν μεταρρυθμίσεις από τα πάνω για να φέρουν τον εκσυγχρονισμό και την ακόμα μεγαλύτερη άνοδο της παραγωγικότητας. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις ξεκίνησαν από τη δεκαετία του ‘60. Ο Γκορμπατσόφ ήταν ο τελευταίος στη σειρά των μεταρρυθμιστών. Η οικονομική κρίση όμως μετατράπηκε τελικά σε πολιτική.
Ο Κλιφ φτάνει στο συμπέρασμα ότι όπως και στη Δύση έτσι και τα καθεστώτα του κρατικού καπιταλισμού γεννούν τον ίδιο τον νεκροθάφτη τους. Η μοναδική διέξοδος για την εργατική τάξη είναι η εργατική επανάσταση. Τα χρόνια που ακολούθησαν επιβεβαίωσαν τη θεωρία του. Οι επαναστάσεις ξεκίνησαν από την Ουγγαρία το 1956, συνεχίστηκαν στην Τσεχοσλοβακία το ’68, στην Πολωνία και στη συνέχεια στην ίδια τη Ρωσία. Όταν κατέρρευσε το Τείχος του Βερολίνου και τα επίσημα κομμουνιστικά κόμματα αδυνατούσαν να κατανοήσουν τις εξελίξεις και έπεφταν σε μια βαθιά απογοήτευση ενώ οι απολογητές του καπιταλισμού μιλούσαν για το «θάνατο του Μαρξισμού», ο Κλιφ με το πολύτιμο βιβλίο του έστελνε το μήνυμα της αισιοδοξίας. Αυτό το μήνυμα αποδείχτηκε μεταδοτικό για το παγκόσμιο κίνημα στην αυγή του 21ο αιώνα.
Παρασκευή, Δεκεμβρίου 23, 2016
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 19, 2016
Τρίτη, Δεκεμβρίου 06, 2016
40 χρόνια από το "Anarchy in UK". Η αλήθεια βρίσκεται στους Sex Pistols;
Στις 26 Νοεμβρίου του 1976, σε κάποια βρετανικά δισκοπωλεία κυκλοφορούσε ένα 45άρι (δισκάκι που περιείχε δύο τραγούδια, ένα σε κάθε πλευρά και έπαιζε στις 45 στροφές) με δύο τραγούδια ενός συγκροτήματος με το όνομα Sex Pistolos. Τα τραγούδια ήταν το "Anarchy in the UK" στην πρώτη πλευρά και το "I Wanna Be Me" στη δεύτερη πλευρά.
Ο μύθος λέει ότι ήταν ο πρώτος πανκ δίσκος 45 στροφών αλλά δεν είναι αλήθεια. Πριν μερικές μέρες είχε κυκλοφορήσει, από την μικρή δισκογραφική εταιρεία Stiff Records, το θρυλικό (και πολυδιασκευασμένο) "New Rose" των θρυλικών Damned και αμέσως μετά ακολούθησε το "Anarchy in UK" των Sex Pistols.
Το "Anarchy in the UK" (που ήταν η πρώτη και μοναδική ηχογράφηση των SP στην πουεθνική ΕΜΙ) έφτασε τότε στο νούμερο 38 του βρετανικού chart (το λες και επιτυχία γιατί αποσύρθηκε σε χρόνο ρεκόρ από τα δισκοπωλεία και αρκετά αργότερα το περιοδικό Rolling Stone το κατέταξε στην 56η θέση στη λίστα του με τα 500 Σπουδαιότερα Τραγούδια όλων των εποχών), στιγμάτησε την ιστορία της μουσικής και αποτέλεσε τη καθιέρωση ενός καινούριου και βαθιά επιδραστικού μουσικού κινήματος: του βρετανικού punk, ενώ οι Sex Pistols ανακηρύχτηκαν σε "ιερείς" στην "εκκλησιά" της νέας μουσικής και κοινωνικής κουλτούρας.
Με στίχους όπως: "είμαι ένας αντίχριστος, είμαι ένας αναρχικός", "δεν ξέρω τι θέλω, αλλά ξέρω τον τρόπο να το αποκτήσω", το "Anarchy in the UK" ήταν μία "γροθιά στο στομάχι" (για να χρησιμοποιήσω μία αγαπημένη κλισέ έκφραση) σε όλο τον συντηριτισμό και όταν στο τηλεοπτικό πλατό του "Thames today", ενός σόου της αγγλικής τηλεόρασης, την 1η Δεκεμβρίου του '76, πέντε μόλις μέρες μετά την κυκλοφορία του "Anarchy in the U.K.", ένα μέλος των SP, ο Τζόουνς αποκάλεσε τον παρουσιαστή, Μπιλ Γκρούντι, "dirty fucker", και τα υπόλοιπα μέλη πρόσθεσαν τις δικές τους πινελιές: "χοντρό γουρούνι", "γέρο ανώμαλε", "μαλάκα", οι SP γίνανε διάσημοι αν και το αποτέλεσμα ήταν να αναβληθούν οι συναυλίες τους, να σταματήσει η διακίνηση στα δισκοπωλεία και να σταματήσουν τα ραδιόφωνα να παίζουν το "Anarchy in the U.K.".
Όμως, το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το αντίθετο από το αναμενόμενο. Οι SP όχι μόνο δεν θάφτηκαν αλλά μία τεράστια ορδή από νεανικά αυτοσχέδια συγκροτήματα εμφανίστηκαν σαν τα μανιτάρια (και άλλο κλισέ), με την την 'αισθητική και ηθική' του punk ηχογραφώντας και διοργανώνοντας συναυλίες έξω και σε κόντρα με την μουσική βιομηχανία της εποχής. Το punk DIY (do it yourself) δημιούργησε μικρές αίθουσες συναυλιών, αυτοσχέδιες δισκογραφικές εταιρείες περιορισμένου χρόνου, ιδιωτικές παραγωγές 45αριών που η διάθεσή τους γινόταν ταχυδρομικά ή στις συναυλίες. Στη Βρετανία, και κυρίως στο Λονδίνο, η διετία 1976 - 1977 ήταν μία διετία κυριαρχίας του punk. Έτσι, άρχισαν να γίνονται γνωστά διάφορα συγκροτήματα (που αργότερα πήραν μυθικές διαστάσεις) όπως οι Clash, οι Slits, οι Siouxsie and the Banshees, οι Buzzcocks, οι Damned, οι Stranglers και πολλά άλλα.
Στις 7 Ιουνίου του 1977, δύο μέρες πριν από την 25η επέτειο του ενθρονισμού της Βασίλισσας Ελισάβετ, το συγκρότημα θα επιβιβαζόταν σε πλοιάριο στον Τάμεση και θα ερμήνευε το νέο τραγούδι τους, «God Save the Queen», μπροστά από τη Βουλή. Οι στίχοι «Ο Θεός να προστατεύει τη Βασίλισσα, ένα φασιστικό καθεστώς» μόλις πρόλαβαν να ακουστούν, πριν εμφανιστεί η αστυνομία για να τους συλλάβει. Την επόμενη μέρα το τραγούδι είχε φτάσει στο νούμερο 2 των μουσικών chart. Μέσα σε μια βδομάδα, ο δίσκος πούλησε περισσότερα από 150 χιλιάδες αντίτυπα. Ο σημαντικότερος σταθμός ήρθε, σχεδόν ένα μετά, τον Οκτώβριο του 1977, όταν κυκλοφόρησε, από την Virgin, o "ιερός δίσκος" στην "εκκλησία του punk", το μοναδικό (!) LP των Sex Pistols, με τίτλο "Never mind the bollocks" ("Στ' αρχίδια μας").
Τα ερωτήματα είναι πολλά αλλά, θα προσπαθήσω να απαντήσω σε τρία από αυτά. Τι ήταν το punk, γιατί εμφανίστηκε με ορμή εκείνη την περίοδο και γιατί κράτησε μόλις 2 χρόνια.
Ο τωρινός John Lydon (ή Rotten όπως έγινε γνωστός ως frontman των SP) το βλέπει σαν σύμπτωση: "όλα έγιναν επειδή έτυχε να περάσω εκείνη την ημέρα μπροστά απ' την μπουτίκ του McLaren φορώντας το t-shirt που έγραφε "I hate Pink Floyd'". Φυσικά, μόνο σύμπτωση δεν ήταν.
Στα μέσα της δεκαετίας του 70 η Βρετανία βρισκόταν στη μέση μίας τεράστιας οικονομικής και πολιτικής κρίσης με την ανεργία και φτώχεια στο ζενίθ. Σε όλη τη χώρα γίνοταν διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης των Εργατικών. "Η Αγγλία σαπίζει. Το μοναδικό πράγμα που τα παιδιά μπορούν να ονειρεύονται σήμερα, είναι μια σταθερή απασχόληση. Δεν έχουν πλέον επιλογές", εξηγούσε ο Μαρκ Πέρι, ιδρυτής του Sniffin' Glue, ενός (από τα 48) πανκ φανζίν εκείνης της εποχής.
Όμως, εκτός από την τότε κοινωνική πραγματικότητα και το ίδιο το ροκ περνούσε μεγάλη κρίση με το κυρίαρχο ρεύμα το progressive rock (Yes, Genesis κα) να ήταν τελείως αποξενωμένο από μια γενιά που κόχλαζε και ήταν έτοιμη να εκραγεί, χαμένο σε λαβύρινθους ακατανόητων πειραματισμών και εγκεφαλικών συνθέσεων. Στα μέσα της δεκαετίας του 70 οι πιο "συνειδητοί έφηβοι"στράφηκαν στους πιο cult και εσωστρεφείς καλλιτέχνες (David Bowie, Lou Reed, Roxy Music) που η ματαιοδοξία, ο ελιτισμός και οι φιλοδοξίες για τέχνη και διανόηση είχαν σαν αποτέλεσμα τον αποκλεισμό ενός πλατύτερου μαζικού ακροατηρίου. Oι στίχοι και ο τρόπος εμφάνισης αυτών των τελευταίων γκρουπ ξεκοβόταν όλο και περισσότερο από τα προβλήματα της καθημερινής ζωής και της εφηβείας.
Ήταν, λοιπόν, μία ιδανική συγκυρία (κοινωνικά και μουσικά), ώστε αυτή η μουσική να εμφανιστεί ως έκρηξη στη Βρετανία προβάλοντας την απέχθεια για την υπάρχουσα κοινωνική πραγματικότητα που "δεν χωρούσε την εργατική νεολαία" χρησιμοποιώντας την αρνητικότητα αλλά και την δημιουργική καταστροφή και το χάος. Το punk ήταν μουσική επανάσταση, κοινωνικό ξέσπασμα, διέξοδος για μεγάλα κομμάτια της εργατικής νεολαίας, πολιτικοποιημένο κίνημα, αλλά και μόδα.
Το punk συνδύαζε στοιχεία από διάφορα και ετερογενή μουσικά στυλ. Από τον David Bowie (που όποια πέτρα και αν σηκώσεις...) και το glitter rock, από το αμερικάνικο πρωτο-punk (Ramones, Heartbreakers, Iggy Pop, New York Dolls κα), από το Λονδρέζικο pub - rock (101-ers, Gorillas κα) που εμπνεόταν από την κουλτούρα των mods του ‘60, από τη μουσικής αναβίωσης του Canvey Island του ‘40, από τη southern hythm and blues (Dr. Feelgood, Lew Lewis κτλ), από τη northern soul και κυρίως από την reggae.
Αυτή η ανάμιξη όλων αυτών των στοιχείων (και κυρίως το glitter rock και η reggae) έδωσε ένα μουσικά ασταθές μίγμα που καθιερώθηκε σ’ ένα εξίσου εκλεκτικό τρόπο ντυσίματος. Tο glam - rock έδωσε το ναρκισσισμό, το μηδενισμό και τη σύγχυση ανάμεσα στα δύο φύλα. Tο αμερικάνικο punk πρόσφερε μια μινιμαλιστική αισθητική, τη λατρεία των δρόμων και μια κλίση στην αυτοκαταστροφή. H northern soul έφερε την υπόγειά της παράδοση από γρήγορους, σπασμωδικούς ρυθμούς, τα σόλο χορευτικά στυλ και τις αμφεταμίνες, η reggae την εξωτική και επικίνδυνη πνοή της απαγορευμένης ταυτότητας, τη συνείδηση, τον αντιρατσισμό και την cool διάθεσή της.
H αισθητική των punks ήταν η "άλλη πλευρά του νομίσματος" του glam rock. O “εργατισμός”, η ατημελησιά και η γήινη εμφάνιση των punks αντιπαρατίθεται άμεσα στην υπεροψία και την κομψότητα των σούπερ σταρ του glam rock. Tο punk είχε την αξίωση να μιλήσει για την παραμελημένη ομάδα των νεαρών λούμπεν, όμως τυπικά το έκανε με την γλώσσα του του glam rock: αυτή η γενιά περιέγραφε τον εαυτό της μ’ ένα σύνολο "σημαινόντων στοιχείων": με λουριά και αλυσίδες, ζουρλομανδύες και άκαμπτα κορμιά. Όμως ταυτόχρονα, αυτή η αισθητική αναιρείται από την αισθητική μιάς άλλης μουσικής σκηνής: της reggae που καταλαμβάνει το άλλο άκρο στο ευρύ φάσμα των επιδράσεων που δέχτηκε το punk. Πιο καθαρά απ’ όλα τα punk στγκροτήματα, οι Clash επηρεάστηκαν έντονα όχι μόνο απ’ τη μουσική, αλλά κι απ’ την οπτική εικονογραφία της μόδας των δρόμων των μαύρων Tζαμαϊκανών. Στρατιωτικά χακί ρούχα με τις λεζάντες DUB και HEAVY MANNERS της Kαραϊβικής, στενά ετοιματζίδικα παντελόνια, μαύρα χοντρά παπούτσια και πανωφόρια χωρίς κουμπιά, ακόμη και το χαμηλό καπέλο με το στενό γείσο, κατά καιρούς φορέθηκαν από τα διάφορα μέλη του συγκροτήματος.
Το punk υπήρξε εφήμερο. Αυτοπαγιδεύτηκε μέσα στο "μήνυμα" που ήθελε να περάσει και εγκλωβισμένο στον "αρνητισμό της δημιουργίας". Έτσι και αλλιώς, όπως είπε και κάποιος: "κανείς δεν θα άντεχε για πολύ να ακούει συνεχώς τρία μονότονα ακόρντα να εναλλάσσονται στην πιο θορυβώδη μορφή τους".
Η εξέλιξη της μουσικής δικαίωσε την επανάσταση του punk που χάρισε φρεσκάδα και νέες ιδέες. Οι ίδιοι οι punk πρωταγωνιστές απελευθερώθηκαν δημιουργικά, όταν απεγκλωβίστηκαν από το τέλμα της αρνητισμού. Το λεγόμενο post-punk, έβγαλε αριστουργήματα που καθόρισαν σε τεράστιο βαθμό την μουσική από τα 80s μέχρι και σήμερα.
Στην ιστορική συναυλία των Sex Pistols στο Lesser Free Trade Hall του Μάντσεστερ (στις 4 Ιουνίου του 1976) οι Sex Pistols έπαιξαν μπροστά σε μόλις 40 (!) άτομα (φυσικά, αργότερα αυτοί που δήλωναν ότι ήταν παρόντες σ' αυτή τη συναυλία ήταν χιλιάδες), από το κοινό της οποίας ξεπήδησαν οι Joy Division, οι Fall και οι Smiths. Οπως εύστοχα επισημαίνει ο δημοσιογράφος Τζον Σάβατζ: "Για το μεγαλύτερο μέρος των ακροατών τους, η μουσική των Sex Pistols δεν ήταν παρά ένας θόρυβος που δεν ξεχώριζες τίποτα. Σε κάθε συναυλία τους όμως, υπήρχαν ένα ή δυο άτομα που ακούγοντάς τους, εγκατέλειπαν τα πάντα για να τους ακολουθήσουν". Χιλιάδες παιδιά το πρώτο πράγμα που κάνανε φεύγοντας από μια συναυλία ήταν να κάνουν το δικό τους γκρουπ για να εκφραστούν μέσω της μουσικής που μπορεί καννα μην ήξεραν να παίξουν, να εξορκίσουν τη μιζέρια τους μέσω των στίχων τους και να διαδηλώσουν την αλληλεγγύη τους στους κοινωνικά απροστάτευτους μιας και αυτοί ήταν ένα μέρος τους. Τους Sex Pistols (και το punk) τους αγαπάμε γιατί άνοιξαν τον δρόμο για να επιβιώσει και να αναγεννηθεί ένα ετοιμοθάνατο και αποπροσανατολισμένο ροκ για να μας χαρίσει τη μουσική που μας αρέσει να ακούμε από τα 80s μέχρι και σήμερα.
Και σήμερα τι; Με μία οικονομική και κοινωνική κρίση σαφώς μεγαλύτερη και με μία μουσική σχεδόν αδιάφορη, μπορούμε να ελπίζουμε ότι κάποιοι νέοι σήμερα θα κάνουν την δικιά τους επανάσταση; Οι σημερινοί "Yes" και "Pink Floyd" υπάρχουν εκεί εξώ αλλά το ερώτημα πότε θα εμφανιστεί ο σημερινός Rotten με ένα μπλουζάκι "I hate Portishead"; Ελπίζουμε σύντομα γιατί παραφράζοντας τον Μπρέχτ: "άλλαξε τη μουσική, το έχει ανάγκη".
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)