Στις 26 Νοεμβρίου του 1976, σε κάποια βρετανικά δισκοπωλεία κυκλοφορούσε ένα 45άρι (δισκάκι που περιείχε δύο τραγούδια, ένα σε κάθε πλευρά και έπαιζε στις 45 στροφές) με δύο τραγούδια ενός συγκροτήματος με το όνομα Sex Pistolos. Τα τραγούδια ήταν το "Anarchy in the UK" στην πρώτη πλευρά και το "I Wanna Be Me" στη δεύτερη πλευρά.
Ο μύθος λέει ότι ήταν ο πρώτος πανκ δίσκος 45 στροφών αλλά δεν είναι αλήθεια. Πριν μερικές μέρες είχε κυκλοφορήσει, από την μικρή δισκογραφική εταιρεία Stiff Records, το θρυλικό (και πολυδιασκευασμένο) "New Rose" των θρυλικών Damned και αμέσως μετά ακολούθησε το "Anarchy in UK" των Sex Pistols.
Το "Anarchy in the UK" (που ήταν η πρώτη και μοναδική ηχογράφηση των SP στην πουεθνική ΕΜΙ) έφτασε τότε στο νούμερο 38 του βρετανικού chart (το λες και επιτυχία γιατί αποσύρθηκε σε χρόνο ρεκόρ από τα δισκοπωλεία και αρκετά αργότερα το περιοδικό Rolling Stone το κατέταξε στην 56η θέση στη λίστα του με τα 500 Σπουδαιότερα Τραγούδια όλων των εποχών), στιγμάτησε την ιστορία της μουσικής και αποτέλεσε τη καθιέρωση ενός καινούριου και βαθιά επιδραστικού μουσικού κινήματος: του βρετανικού punk, ενώ οι Sex Pistols ανακηρύχτηκαν σε "ιερείς" στην "εκκλησιά" της νέας μουσικής και κοινωνικής κουλτούρας.
Με στίχους όπως: "είμαι ένας αντίχριστος, είμαι ένας αναρχικός", "δεν ξέρω τι θέλω, αλλά ξέρω τον τρόπο να το αποκτήσω", το "Anarchy in the UK" ήταν μία "γροθιά στο στομάχι" (για να χρησιμοποιήσω μία αγαπημένη κλισέ έκφραση) σε όλο τον συντηριτισμό και όταν στο τηλεοπτικό πλατό του "Thames today", ενός σόου της αγγλικής τηλεόρασης, την 1η Δεκεμβρίου του '76, πέντε μόλις μέρες μετά την κυκλοφορία του "Anarchy in the U.K.", ένα μέλος των SP, ο Τζόουνς αποκάλεσε τον παρουσιαστή, Μπιλ Γκρούντι, "dirty fucker", και τα υπόλοιπα μέλη πρόσθεσαν τις δικές τους πινελιές: "χοντρό γουρούνι", "γέρο ανώμαλε", "μαλάκα", οι SP γίνανε διάσημοι αν και το αποτέλεσμα ήταν να αναβληθούν οι συναυλίες τους, να σταματήσει η διακίνηση στα δισκοπωλεία και να σταματήσουν τα ραδιόφωνα να παίζουν το "Anarchy in the U.K.".
Όμως, το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το αντίθετο από το αναμενόμενο. Οι SP όχι μόνο δεν θάφτηκαν αλλά μία τεράστια ορδή από νεανικά αυτοσχέδια συγκροτήματα εμφανίστηκαν σαν τα μανιτάρια (και άλλο κλισέ), με την την 'αισθητική και ηθική' του punk ηχογραφώντας και διοργανώνοντας συναυλίες έξω και σε κόντρα με την μουσική βιομηχανία της εποχής. Το punk DIY (do it yourself) δημιούργησε μικρές αίθουσες συναυλιών, αυτοσχέδιες δισκογραφικές εταιρείες περιορισμένου χρόνου, ιδιωτικές παραγωγές 45αριών που η διάθεσή τους γινόταν ταχυδρομικά ή στις συναυλίες. Στη Βρετανία, και κυρίως στο Λονδίνο, η διετία 1976 - 1977 ήταν μία διετία κυριαρχίας του punk. Έτσι, άρχισαν να γίνονται γνωστά διάφορα συγκροτήματα (που αργότερα πήραν μυθικές διαστάσεις) όπως οι Clash, οι Slits, οι Siouxsie and the Banshees, οι Buzzcocks, οι Damned, οι Stranglers και πολλά άλλα.
Στις 7 Ιουνίου του 1977, δύο μέρες πριν από την 25η επέτειο του ενθρονισμού της Βασίλισσας Ελισάβετ, το συγκρότημα θα επιβιβαζόταν σε πλοιάριο στον Τάμεση και θα ερμήνευε το νέο τραγούδι τους, «God Save the Queen», μπροστά από τη Βουλή. Οι στίχοι «Ο Θεός να προστατεύει τη Βασίλισσα, ένα φασιστικό καθεστώς» μόλις πρόλαβαν να ακουστούν, πριν εμφανιστεί η αστυνομία για να τους συλλάβει. Την επόμενη μέρα το τραγούδι είχε φτάσει στο νούμερο 2 των μουσικών chart. Μέσα σε μια βδομάδα, ο δίσκος πούλησε περισσότερα από 150 χιλιάδες αντίτυπα. Ο σημαντικότερος σταθμός ήρθε, σχεδόν ένα μετά, τον Οκτώβριο του 1977, όταν κυκλοφόρησε, από την Virgin, o "ιερός δίσκος" στην "εκκλησία του punk", το μοναδικό (!) LP των Sex Pistols, με τίτλο "Never mind the bollocks" ("Στ' αρχίδια μας").
Τα ερωτήματα είναι πολλά αλλά, θα προσπαθήσω να απαντήσω σε τρία από αυτά. Τι ήταν το punk, γιατί εμφανίστηκε με ορμή εκείνη την περίοδο και γιατί κράτησε μόλις 2 χρόνια.
Ο τωρινός John Lydon (ή Rotten όπως έγινε γνωστός ως frontman των SP) το βλέπει σαν σύμπτωση: "όλα έγιναν επειδή έτυχε να περάσω εκείνη την ημέρα μπροστά απ' την μπουτίκ του McLaren φορώντας το t-shirt που έγραφε "I hate Pink Floyd'". Φυσικά, μόνο σύμπτωση δεν ήταν.
Στα μέσα της δεκαετίας του 70 η Βρετανία βρισκόταν στη μέση μίας τεράστιας οικονομικής και πολιτικής κρίσης με την ανεργία και φτώχεια στο ζενίθ. Σε όλη τη χώρα γίνοταν διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης των Εργατικών. "Η Αγγλία σαπίζει. Το μοναδικό πράγμα που τα παιδιά μπορούν να ονειρεύονται σήμερα, είναι μια σταθερή απασχόληση. Δεν έχουν πλέον επιλογές", εξηγούσε ο Μαρκ Πέρι, ιδρυτής του Sniffin' Glue, ενός (από τα 48) πανκ φανζίν εκείνης της εποχής.
Όμως, εκτός από την τότε κοινωνική πραγματικότητα και το ίδιο το ροκ περνούσε μεγάλη κρίση με το κυρίαρχο ρεύμα το progressive rock (Yes, Genesis κα) να ήταν τελείως αποξενωμένο από μια γενιά που κόχλαζε και ήταν έτοιμη να εκραγεί, χαμένο σε λαβύρινθους ακατανόητων πειραματισμών και εγκεφαλικών συνθέσεων. Στα μέσα της δεκαετίας του 70 οι πιο "συνειδητοί έφηβοι"στράφηκαν στους πιο cult και εσωστρεφείς καλλιτέχνες (David Bowie, Lou Reed, Roxy Music) που η ματαιοδοξία, ο ελιτισμός και οι φιλοδοξίες για τέχνη και διανόηση είχαν σαν αποτέλεσμα τον αποκλεισμό ενός πλατύτερου μαζικού ακροατηρίου. Oι στίχοι και ο τρόπος εμφάνισης αυτών των τελευταίων γκρουπ ξεκοβόταν όλο και περισσότερο από τα προβλήματα της καθημερινής ζωής και της εφηβείας.
Ήταν, λοιπόν, μία ιδανική συγκυρία (κοινωνικά και μουσικά), ώστε αυτή η μουσική να εμφανιστεί ως έκρηξη στη Βρετανία προβάλοντας την απέχθεια για την υπάρχουσα κοινωνική πραγματικότητα που "δεν χωρούσε την εργατική νεολαία" χρησιμοποιώντας την αρνητικότητα αλλά και την δημιουργική καταστροφή και το χάος. Το punk ήταν μουσική επανάσταση, κοινωνικό ξέσπασμα, διέξοδος για μεγάλα κομμάτια της εργατικής νεολαίας, πολιτικοποιημένο κίνημα, αλλά και μόδα.
Το punk συνδύαζε στοιχεία από διάφορα και ετερογενή μουσικά στυλ. Από τον David Bowie (που όποια πέτρα και αν σηκώσεις...) και το glitter rock, από το αμερικάνικο πρωτο-punk (Ramones, Heartbreakers, Iggy Pop, New York Dolls κα), από το Λονδρέζικο pub - rock (101-ers, Gorillas κα) που εμπνεόταν από την κουλτούρα των mods του ‘60, από τη μουσικής αναβίωσης του Canvey Island του ‘40, από τη southern hythm and blues (Dr. Feelgood, Lew Lewis κτλ), από τη northern soul και κυρίως από την reggae.
Αυτή η ανάμιξη όλων αυτών των στοιχείων (και κυρίως το glitter rock και η reggae) έδωσε ένα μουσικά ασταθές μίγμα που καθιερώθηκε σ’ ένα εξίσου εκλεκτικό τρόπο ντυσίματος. Tο glam - rock έδωσε το ναρκισσισμό, το μηδενισμό και τη σύγχυση ανάμεσα στα δύο φύλα. Tο αμερικάνικο punk πρόσφερε μια μινιμαλιστική αισθητική, τη λατρεία των δρόμων και μια κλίση στην αυτοκαταστροφή. H northern soul έφερε την υπόγειά της παράδοση από γρήγορους, σπασμωδικούς ρυθμούς, τα σόλο χορευτικά στυλ και τις αμφεταμίνες, η reggae την εξωτική και επικίνδυνη πνοή της απαγορευμένης ταυτότητας, τη συνείδηση, τον αντιρατσισμό και την cool διάθεσή της.
H αισθητική των punks ήταν η "άλλη πλευρά του νομίσματος" του glam rock. O “εργατισμός”, η ατημελησιά και η γήινη εμφάνιση των punks αντιπαρατίθεται άμεσα στην υπεροψία και την κομψότητα των σούπερ σταρ του glam rock. Tο punk είχε την αξίωση να μιλήσει για την παραμελημένη ομάδα των νεαρών λούμπεν, όμως τυπικά το έκανε με την γλώσσα του του glam rock: αυτή η γενιά περιέγραφε τον εαυτό της μ’ ένα σύνολο "σημαινόντων στοιχείων": με λουριά και αλυσίδες, ζουρλομανδύες και άκαμπτα κορμιά. Όμως ταυτόχρονα, αυτή η αισθητική αναιρείται από την αισθητική μιάς άλλης μουσικής σκηνής: της reggae που καταλαμβάνει το άλλο άκρο στο ευρύ φάσμα των επιδράσεων που δέχτηκε το punk. Πιο καθαρά απ’ όλα τα punk στγκροτήματα, οι Clash επηρεάστηκαν έντονα όχι μόνο απ’ τη μουσική, αλλά κι απ’ την οπτική εικονογραφία της μόδας των δρόμων των μαύρων Tζαμαϊκανών. Στρατιωτικά χακί ρούχα με τις λεζάντες DUB και HEAVY MANNERS της Kαραϊβικής, στενά ετοιματζίδικα παντελόνια, μαύρα χοντρά παπούτσια και πανωφόρια χωρίς κουμπιά, ακόμη και το χαμηλό καπέλο με το στενό γείσο, κατά καιρούς φορέθηκαν από τα διάφορα μέλη του συγκροτήματος.
Το punk υπήρξε εφήμερο. Αυτοπαγιδεύτηκε μέσα στο "μήνυμα" που ήθελε να περάσει και εγκλωβισμένο στον "αρνητισμό της δημιουργίας". Έτσι και αλλιώς, όπως είπε και κάποιος: "κανείς δεν θα άντεχε για πολύ να ακούει συνεχώς τρία μονότονα ακόρντα να εναλλάσσονται στην πιο θορυβώδη μορφή τους".
Η εξέλιξη της μουσικής δικαίωσε την επανάσταση του punk που χάρισε φρεσκάδα και νέες ιδέες. Οι ίδιοι οι punk πρωταγωνιστές απελευθερώθηκαν δημιουργικά, όταν απεγκλωβίστηκαν από το τέλμα της αρνητισμού. Το λεγόμενο post-punk, έβγαλε αριστουργήματα που καθόρισαν σε τεράστιο βαθμό την μουσική από τα 80s μέχρι και σήμερα.
Στην ιστορική συναυλία των Sex Pistols στο Lesser Free Trade Hall του Μάντσεστερ (στις 4 Ιουνίου του 1976) οι Sex Pistols έπαιξαν μπροστά σε μόλις 40 (!) άτομα (φυσικά, αργότερα αυτοί που δήλωναν ότι ήταν παρόντες σ' αυτή τη συναυλία ήταν χιλιάδες), από το κοινό της οποίας ξεπήδησαν οι Joy Division, οι Fall και οι Smiths. Οπως εύστοχα επισημαίνει ο δημοσιογράφος Τζον Σάβατζ: "Για το μεγαλύτερο μέρος των ακροατών τους, η μουσική των Sex Pistols δεν ήταν παρά ένας θόρυβος που δεν ξεχώριζες τίποτα. Σε κάθε συναυλία τους όμως, υπήρχαν ένα ή δυο άτομα που ακούγοντάς τους, εγκατέλειπαν τα πάντα για να τους ακολουθήσουν". Χιλιάδες παιδιά το πρώτο πράγμα που κάνανε φεύγοντας από μια συναυλία ήταν να κάνουν το δικό τους γκρουπ για να εκφραστούν μέσω της μουσικής που μπορεί καννα μην ήξεραν να παίξουν, να εξορκίσουν τη μιζέρια τους μέσω των στίχων τους και να διαδηλώσουν την αλληλεγγύη τους στους κοινωνικά απροστάτευτους μιας και αυτοί ήταν ένα μέρος τους. Τους Sex Pistols (και το punk) τους αγαπάμε γιατί άνοιξαν τον δρόμο για να επιβιώσει και να αναγεννηθεί ένα ετοιμοθάνατο και αποπροσανατολισμένο ροκ για να μας χαρίσει τη μουσική που μας αρέσει να ακούμε από τα 80s μέχρι και σήμερα.
Και σήμερα τι; Με μία οικονομική και κοινωνική κρίση σαφώς μεγαλύτερη και με μία μουσική σχεδόν αδιάφορη, μπορούμε να ελπίζουμε ότι κάποιοι νέοι σήμερα θα κάνουν την δικιά τους επανάσταση; Οι σημερινοί "Yes" και "Pink Floyd" υπάρχουν εκεί εξώ αλλά το ερώτημα πότε θα εμφανιστεί ο σημερινός Rotten με ένα μπλουζάκι "I hate Portishead"; Ελπίζουμε σύντομα γιατί παραφράζοντας τον Μπρέχτ: "άλλαξε τη μουσική, το έχει ανάγκη".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου