Οι ευχές και οι ελπίδες εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη για τη νέα χρονιά βρίσκονται στο δυνάμωμα μιας αντικαπιταλιστικής αριστεράς, απαλλαγμένης από την ηττοπάθεια και τα λάθη του παρελθόντος, που θα δώσει μια διαφορετική προοπτική στο παγκόσμιο αντικαπιταλιστικό κίνημα, την προοπτική του σοσιαλισμού, χωρίς τη φρίκη του πολέμου και της φτώχειας. Το κίνημα έχει ανάγκη να ξεκαθαρίσει ότι αυτή η προοπτική δεν έχει τίποτα να κάνει με τα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» που θεωρούνταν από τα επίσημα κόμματα της αριστεράς το αντίπαλο δέος απέναντι στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό.
Εχουν περάσει 25 χρόνια από τότε που κατέρρευσαν τα καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης και η ΕΣΣΔ, κι όμως, πολύ λίγα πράγματα έχουν γραφτεί που θα μπορούσαν να φωτίσουν τις απορίες γύρω από την κατάρρευση των σταλινικών καθεστώτων.
Οι απολογητές του καπιταλισμού έχουν κάθε λόγο να αποφεύγουν μια τέτοια συζήτηση. Τους αρκεί το απλοϊκό σχήμα ότι ο καπιταλισμός είναι ανώτερο σύστημα και ότι οι καταρρεύσεις του 1989 -91 απλά επιβεβαίωσαν αυτή την ανωτερότητα.
Σήμερα όμως αυτή η χοντροκομμένη προπαγάνδα έχει χάσει την όποια αίγλη είχε κερδίσει στη δεκαετία του ‘90. Ανοίγει η δυνατότητα για την Αριστερά να προβάλει τις δικές της απαντήσεις.
Για μια τέτοια προσπάθεια το βιβλίο του Τόνι Κλιφ παραμένει πολύτιμο. Παρόλο που κοντεύουν 70 χρόνια από τότε που γράφτηκε, διατηρεί την αξία του σα συμβολή σ’ αυτή τη συζήτηση σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα.
Ο Κλιφ κόντρα στις επίσημες θεωρίες πρωτοέγραψε το βιβλίο το 1948 με στόχο να αποδείξει μέσα από μια ολοκληρωμένη μαρξιστική ανάλυση, ότι τα σταλινικά καθεστώτα δεν έχουν καμία σχέση με τον σοσιαλισμό, ότι δεν ήταν η συνέχεια αλλά η ανατροπή της Ρώσικης Επανάστασης. Ηταν μια περίοδο που η μεγάλη οικονομική ανάπτυξη των καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης αλλά και η στρατιωτική νίκη της ΕΣΣΔ απέναντι στη Γερμανία του Χίτλερ, οδήγησε στην ιδεολογική υπεράσπισή τους τόσο από τα επίσημα ΚΚ όσο και από χιλιάδες αγωνιστές σε όλο τον πλανήτη που πάλεψαν ενάντια στην φασιστική και καπιταλιστική βαρβαρότητα. Ακόμα και οι διάφορες μικρές τροτσκιστικές οργανώσεις εκείνης της περιόδου θεωρούσαν ότι η Ρωσία εξακολουθεί να είναι εργατικό κράτος αλλά με μια «εκφυλισμένη μορφή».
Ο Κλιφ διαφώνησε με αυτές τις απόψεις. Οπλα του στην διαμόρφωση της θεωρίας του κρατικού καπιταλισμού ήταν καταρχήν η ανάλυση του Τρότσκι που είχε διαμορφώσει από τη δεκαετία του ’30 και η σύγκριση ανάμεσα στις πρώτες αποφάσεις του εργατικού κράτους μετά τη νίκη της Ρώσικης Επανάστασης και τη μορφή του καθεστώτος από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 και μετά, καθώς και η επεξεργασία της φύσης του καθεστώτος με βάση τη μαρξιστική θεωρία.
Το πρώτο πράγμα που είδε ο Κλιφ μέσα από αυτή τη σύγκριση ήταν ότι το 1928-29 ξεκίνησε στη Ρωσία η πλήρης ανατροπή ακόμα και των τελευταίων υπολειμμάτων των κατακτήσεων της επανάστασης. Βασικό κριτήριο για τον Κλιφ ήταν το ποιος έχει τον έλεγχο της οικονομίας, δηλαδή των εργοστασίων. Αμέσως μετά την επανάσταση του 1917 η διαχείριση των εργοστασίων ανατέθηκε στα συνδικάτα. Αυτό το ρόλο έπαιζε η “τρόικα” που αποτελούνταν από τους εκπροσώπους των Μπολσεβίκων, τις εργοστασιακές επιτροπές και τον τεχνικό διευθυντή. Αυτός ο θεσμός θάφτηκε επίσημα το 1937. Το κάθε εργοστάσιο διοικούνταν από έναν διευθυντή που ήταν εξουσιοδοτημένος να παίρνει μόνος του τις αποφάσεις.
Οι διευθυντές των εργοστασίων, οι στρατιωτικοί, τα ανώτερα κομματικά στελέχη αναδείχθηκαν σε μια νέα άρχουσα τάξη. Εκτός από την κατάργηση κάθε έννοιας δημοκρατίας η γραφειοκρατία έβαλε την οικονομία να κινηθεί σε τελείως διαφορετικές ράγες, προχώρησε στην υποταγή της κατανάλωσης στη συσσώρευση και της βιομηχανίας στις πολεμικές ανάγκες. Εγκαταλείποντας την ιδέα της εξάπλωσης της επανάστασης η σταλινική γραφειοκρατία έβαλε σαν στόχο την εγκαθίδρυση του «σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα».
Αυτό σήμαινε την κατάργηση κάθε δημοκρατικού δικαιώματος στο χώρο εργασίας και την μεγάλη εντατικοποίηση. Οι μισθοί των εργατών μειώθηκαν, ενώ το 1934 έπαψε να υπάρχει ο θεσμός των συλλογικών συμβάσεων οι οποίες υπαγορεύονταν με διατάγματα. Το καθεστώς άρχισε να ενθαρρύνει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στην εργατική τάξη χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της δουλειάς με το κομμάτι. Το 1932 το 68% των εργατών πληρώνονταν με το κομμάτι. Εφαρμόστηκε ένα σύστημα εντατικοποίησης της εργασίας με την καθιέρωση της νόρμας, που ήταν ο μέσος όρος παραγωγής των εργατών. Οποιος εργάτης κατάφερνε να ξεπεράσει τη νόρμα κατά 50% τότε ο μισθός του έφτανε μέχρι και 200% πιο πάνω. Το κράτος ανεβάζοντας συνέχεια τη νόρμα παραγωγής είχε τη δυνατότητα να συμπιέζει με αυτό τον τρόπο το βιοτικό επίπεδο των εργατών. Το 1935 καθιερώθηκε η εκστρατεία υπέρ του σταχανοβισμού, όπου η νόρμα καθορίζονταν από τον συμψηφισμό του μέσου όρου των σταχανοβιτών (των πιο παραγωγικών εργατών) με τον αντίστοιχο μέσο όρο όλων των εργατών.
Οι συνθήκες εργασίας έγιναν ασύγκριτα σκληρότερες για την εργατική τάξη απ' ότι την περίοδο της επανάστασης. Απαγορεύτηκε η αλλαγή τόπου δουλειάς, η απουσία από την εργασία τιμωρούνταν με απόλυση και τις περισσότερες φορές με έξωση από το σπίτι αν αυτό συνδέονταν με τον τόπο δουλειάς, ενώ απαγορεύτηκαν οι απεργίες και όσοι απεργούσαν απειλούνταν με την ποινή του θανάτου ή με 20 χρόνια κάθειρξη.
Καθιερώθηκε η καταναγκαστική εργασία. Υπολογίζεται ότι το 1942 έφτασαν από 8-εώς 15 εκατομμύρια οι άνθρωποι που βρίσκονταν στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας.
Εκτός από την εντατικοποίηση της εργασίας της εργατικής τάξης, στην ύπαιθρο ο Στάλιν εφάρμοσε το πρόγραμμα της αναγκαστικής κολεκτιβοποίησης. Εκατομμύρια αγρότες αναγκάστηκαν με τη βία να εγκαταλείψουν τη γη τους και να εργαστούν σαν εργάτες στις πόλεις και οι υπόλοιποι να οδηγηθούν στα κολχόζ, όπου αναγκάστηκαν να εργάζονται κάτω από σκληρές συνθήκες. "Ανάμεσα στο 1928 -1936, ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας τριπλασιάστηκε, οι μισθοί μειώθηκαν ουσιαστικά περισσότερο από 50%" αναφέρει ο Κλιφ. Αυτό βέβαια δεν ίσχυε για τους διευθυντές των εργοστασίων, για τους κυβερνητικούς αξιωματούχους που απολάμβαναν τελείως διαφορετικά προνόμια. "Ενα χαρακτηριστικό σημάδι των τρομερών εισοδηματικών διαφορών στη Ρωσία είναι η φορολογική κλίμακα. Στη φορολογική κατάσταση της 4ης Απρίλη του 1940 η ψαλίδα των εισοδημάτων που αναφέρονταν άρχιζε από το 1.800 ρούβλια το χρόνο και έφτανε μέχρι πάνω από 300.000".
Αυτή η διαδικασία δεν έγινε «φυσιολογικά» αλλά βίαια. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που αναφέρει ο Κλιφ ότι από τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου του Μπολσεβίκικου Κόμματος που συγκροτήθηκε μετά την επανάσταση και σε όλη τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, μόνο ο Λένιν και ο Στάλιν πέθαναν από φυσικό θάνατο. Αλλοι εκτελέστηκαν αφού πρώτα πέρασαν από δίκες, ο Τρότσκι δολοφονήθηκε από πράκτορα της Γκε-Πε-Ου και άλλοι αυτοκτόνησαν ή πέθαναν στις φυλακές.
Ο Κλιφ θέτει το εξής ερώτημα: "Από σοσιαλιστική άποψη, πάντως, το αποφασιστικό κριτήριο δεν είναι η αύξηση της παραγωγής, καθ' αυτή, αλλά οι κοινωνικές σχέσεις που συνοδεύουν αυτή την τρομακτική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Συνοδεύεται ή όχι (αυτή η ανάπτυξη) από μια καλυτέρευση της οικονομικής θέσης των εργατών, αυξάνει ή όχι η πολιτική τους δύναμη, ενισχύει ή όχι τη δημοκρατία, μειώνει ή όχι την οικονομική και κοινωνική ανισότητα, και τέλος περιορίζει ή όχι την κρατική καταπίεση; Αυτά είναι τα βασικά σοσιαλιστικά κριτήρια για την οικονομική ανάπτυξη.
Η βιομηχανική ανάπτυξη είναι σχεδιασμένη και αν ναι, από ποιον και για το συμφέρον ποιών;" Ετσι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο χαρακτήρας των σταλινικών καθεστώτων ήταν ταξικός, ήταν κοινωνίες εκμεταλλευτικές. Το ρόλο της άρχουσας τάξης έπαιζε η κρατική γραφειοκρατία που είχε στην κατοχή της τα μέσα παραγωγής και κέρδιζε μέσα από την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης με τον ίδιο τρόπο όπως και στη Δύση η άρχουσα τάξη εκμεταλλευόταν την εργατική τάξη. Στη θέση της εργατικής δημοκρατίας που έβαζαν σαν στόχο οι Μπολσεβίκοι του Λένιν, μπήκε η υποταγή των εργατών στους στόχους για οικονομική ανάπτυξη της Ρωσίας και ο ανταγωνισμός με τις καπιταλιστικές οικονομίες της Δύσης.
Στόχος της γραφειοκρατίας του Στάλιν ήταν «να φτάσει και να ξεπεράσει» τους δυτικούς ανταγωνιστές της μέσα σε λίγα χρόνια. Αυτό χρειάστηκε τους γρήγορους ρυθμούς συσσώρευσης και εκβιομηχάνισης, την πλήρη υποταγή της λαϊκής κατανάλωσης στο βωμό της βαρειάς βιομηχανίας. Αυτό το στόχο είχαν τα πεντάχρονα πλάνα. Ηταν ή ίδια διαδικασία που ο Μαρξ την ονόμασε "πρωταρχική συσσώρευση". Η διαφορά λέει ο Κλιφ είναι ότι αυτή η περίοδος κράτησε στην Αγγλία 200 χρόνια και στην Ρωσία συμπιέστηκε μέσα σε μια 20ετία. «Οπως ο καπιταλισμός στα πρώτα του βήματα μεταχειρίστηκε με απάνθρωπη κτηνωδία τους εργάτες, το ίδιο έκανε και η ρώσικη γραφειοκρατία εφαρμόζοντας την μεγαλύτερη δυνατή αποτελεσματικότητα στην καταπίεσή της».
Προχωρώντας ο Κλιφ είδε ότι ο κρατικός καπιταλισμός υπόκειται στις ίδιες αντιφάσεις που περιέγραψε ο Μαρξ τον 19ο αιώνα. Ο κρατικός καπιταλισμός στη Ρωσία πέρασε από την περίοδο της ανάπτυξης στην περίοδο της βαθιάς κρίσης.
«Οι σταλινικές αποφάσεις παίρνονται με βάση παράγοντες που βρίσκονται έξω από κάθε δικό τους έλεγχο και συγκεκριμένα την παγκόσμια οικονομία και τον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Απ’ αυτή την άποψη, το ρώσικο κράτος βρίσκεται στην ίδια θέση με τον ιδιοκτήτη μιας καπιταλιστικής επιχείρησης που ανταγωνίζεται τις άλλες επιχειρήσεις». Η ρώσικη άρχουσα τάξη για να μπορέσει να επικρατήσει στον παγκόσμιο ανταγωνισμό αναγκάστηκε να σπαταλήσει τεράστια ποσά στους πολεμικούς εξοπλισμούς. Όμως αυτές οι οικονομικές επιλογές είχαν όρια. Σιγά σιγά η Ρωσία άρχισε να μένει πίσω στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Αυτό έσπρωξε κομμάτια της άρχουσας τάξης να ξεκινήσουν μεταρρυθμίσεις από τα πάνω για να φέρουν τον εκσυγχρονισμό και την ακόμα μεγαλύτερη άνοδο της παραγωγικότητας. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις ξεκίνησαν από τη δεκαετία του ‘60. Ο Γκορμπατσόφ ήταν ο τελευταίος στη σειρά των μεταρρυθμιστών. Η οικονομική κρίση όμως μετατράπηκε τελικά σε πολιτική.
Ο Κλιφ φτάνει στο συμπέρασμα ότι όπως και στη Δύση έτσι και τα καθεστώτα του κρατικού καπιταλισμού γεννούν τον ίδιο τον νεκροθάφτη τους. Η μοναδική διέξοδος για την εργατική τάξη είναι η εργατική επανάσταση. Τα χρόνια που ακολούθησαν επιβεβαίωσαν τη θεωρία του. Οι επαναστάσεις ξεκίνησαν από την Ουγγαρία το 1956, συνεχίστηκαν στην Τσεχοσλοβακία το ’68, στην Πολωνία και στη συνέχεια στην ίδια τη Ρωσία. Όταν κατέρρευσε το Τείχος του Βερολίνου και τα επίσημα κομμουνιστικά κόμματα αδυνατούσαν να κατανοήσουν τις εξελίξεις και έπεφταν σε μια βαθιά απογοήτευση ενώ οι απολογητές του καπιταλισμού μιλούσαν για το «θάνατο του Μαρξισμού», ο Κλιφ με το πολύτιμο βιβλίο του έστελνε το μήνυμα της αισιοδοξίας. Αυτό το μήνυμα αποδείχτηκε μεταδοτικό για το παγκόσμιο κίνημα στην αυγή του 21ο αιώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου